Πληγώνει πάσα ώρα μου· φονεύει η εσχάτη.
Είπε το Ωρολόγιον· «Είν’ η ζωή μου κρύα και άχρους, και σκληρά. Είναι ομοία δι’ εμέ πάσα της γης ημέρα. Παρασκευή και Σάββατο, Κυριακή, Δευτέρα, δεν έχουσι διαφοράν. Ζω χωρίς να ελπίζω. Η μόνη διασκέδασις, η μόνη ποικιλία είναι, εν τη μοιραία μου, πικρά μονοτονία, του κόσμου η φθορά. Οτε τους δείκτας μου νωθρώς, εν μαρασμώ γυρίζω μοι φανερώνεται παντός γηίνου η απάτη.Τέλος και πτώσις πανταχού. Aτρύτου πάλης κρότοι, στόνοι βομβούσι πέριξ μου και συμπεραίνω ότι ... » « ... Το πνεύμα σου μ’ αχλύν πυκνήν θα περιέβαλε πολύχρονος ανία. Άλλην αποστολήν ... έλαβεν η χορεία. Εκάστη αναζωπυρεί· γεννά η τελευταία. » (Vulnerant omnes Ultima necat, Καβάφης)